Zeit haben - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Zeit haben - translation to Αγγλικά

PERIODICAL LITERATURE
Neue Zeit; Die neue Zeit
  • Die Neue Zeit (1883 cover)

Zeit haben      
have time on one's hands, be unoccupied, have nothing to do; have time for..., have enough free time for, possess plenty of spare time for
Bir Zeit University         
  • Birzeit University campus
  • Birzeit University campus, 2007
  • 250px
UNIVERSITY IN BIRZEIT, TOWN IN PALESTINE
Bir Zeit University; Beir Zeit University; Birzeit College; University of Birzeit
Bir Zeit Universität (in Nablus, palästinensisches Autonomiegebiet)
Bir Zeit         
  • thumb
  • Our Lady Queen of Peace - Guadalupe
PALESTINIAN TOWN NORTH OF RAMALLAH
Beirzeit; Bir al-Zayt; Bir Zeit; Bair Zait; Birzeit, Palestine; Bir Zait; Bir ez Zeit; History of Birzeit
Bir Seit (Stadt nördlich von Ramallah, palästinensisches Autonomiegebiet)

Ορισμός

zeitgeist
The zeitgeist of a particular place during a particular period in history is the attitudes and ideas that are generally common there at that time, especially the attitudes and ideas shown in literature, philosophy, and politics.
He has caught the zeitgeist of rural life in the 1980s very well indeed.
N-SING

Βικιπαίδεια

Die Neue Zeit

Die Neue Zeit (German: "The New Times") was a German socialist theoretical journal of the Social Democratic Party of Germany (SPD) that was published from 1883 to 1923. Its headquarters was in Stuttgart, Germany.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για Zeit haben
1. Zur Zeit haben wir rund 1'0 Wintersportlerinnen und –sportler.
2. Zur Zeit haben noch sechs Ministerien ihren Hauptsitz in Bonn.
3. Lange Zeit haben die Unternehmen die Sicherheitslöcher ignoriert.
4. Zur Zeit haben wir keine vergleichbare Transaktion in der Planung.
5. Doch diese Zeit haben die Anwesenden schon hinter sich.